Η δεκαετία του 1960 -δεκαετία
πυρήνας του ψυχρού πολέμου- στην Αμερική ήταν γεμάτη από πυκνά και σημαντικά
γεγονότα, που εν πολλοίς καθόρισαν την πορεία της τόσο σε πολιτικό όσο και σε
κοινωνικό επίπεδο: Από τη μία η εκλογή του J.F. Kennedy στην προεδρία μαζί με τις ελπίδες
που την ακολουθούσαν και από την άλλη η δολοφονία του και η κατάρρευση των
ελπίδων αυτών. Η έναρξη του πολέμου του Βιετνάμ, αλλά μαζί του και η κοινωνική
κατακραυγή παγκοσμίως, που γέννησαν αντιπολεμικά συναισθήματα και κινήματα για
την ειρήνη. Ακόμα, η διαστημική διαμάχη με τη Σοβιετική Ένωση για την κατάκτηση
της σελήνης και εν τέλει η πρώτη ανθρώπινη προσελήνωση από το Αμερικανικό
σκάφος Απόλλο 11.
Μέσα σε όλα αυτά, εκείνη τη δεκαετία
γίνεται μια δυναμική ανάδυση ενός θέματος καίρια ανθρώπινου που απασχολούσε
εκατομμύρια ψυχές: Την ίση αντιμετώπιση των μαύρων στον κοινωνικό ιστό της χώρας
με οποιονδήποτε άλλο πολίτη αυτής. Παρότι η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών
θεωρείται διαποτισμένη από το πνεύμα του Διαφωτισμού, στην πράξη οι μαύροι
πολίτες θεωρούταν περισσότερο πρόβλημα, παρά ομάδα ανθρώπων που αθροίζουν
ισότιμα τον πληθυσμό της Αμερικής. Ακόμα και ο Αβραάμ Λίνκολν που ώθησε την
χώρα στον αιματηρό τετραετή εμφύλιο με το πρόσχημα της εξάλειψης της δουλείας,
ως νικητής στη συνέχεια δεν πραγματοποίησε καμία καινοτόμο αλλαγή. Αν και στις 18
Δεκεμβρίου του 1865, μετά τη δολοφονία του Λίνκολν, επικυρώθηκε η τροποποίηση
του Συντάγματος γνωστή ως η Δέκατη Τρίτη τροποποίηση που καταργούσε τη δουλεία,
ποτέ όμως ουσιαστικά δεν έγινε πράξη ως προς το βαθύτερο νόημά της.
Οι
νόμοι Jim Crow
Επιπλέον, ήδη από το 1870, ειδικά στις
νότιες πολιτείες ψηφίστηκαν οι λεγόμενοι νόμοι του Jim Crow που επέβαλαν το φυλετικό διαχωρισμό
και ίσχυαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Ο φυλετικός διαχωρισμός με
βάση το χρώμα του δέρματος ξεκίνησε από τη δημόσια εκπαίδευση και επεκτάθηκε
έπειτα σε κάθε μορφή δημόσιας έκφρασης. Χωριστές θέσεις στα λεωφορεία και στα
τρένα, στα εστιατόρια ακόμα και οικιακά συγκροτήματα των Αφροαμερικανών χτίζονταν μακριά από αυτά των λευκών, πάντα στις πιο υποβαθμισμένες γειτονιές
των πόλεων. Επίσης και ο ομοσπονδιακός στρατός ήταν διαχωρισμένος, καθώς και
από το 1913 ο πρόεδρος Woodrow Wilson
ξεκίνησε το διαχωρισμό και στους χώρους εργασίας. (Οι νόμοι ονομάστηκαν Jim Crow, από ένα τραγούδι και χορού που
ουσιαστικά παρουσίαζε τους μαύρους ως τους φορείς όλων των κακών. Δημιούργημα αυτού
του τραγουδιού και του θεατρικού χαρακτήρα ήταν ο Thomas Rice, όπου το 1828 το παρουσίασε για
πρώτη φορά, υποδυόμενος ο ίδιος τον “κακό” και “άσχημο” μαύρο).
Το 1954 μετά από ομοσπονδιακά
ψηφίσματα, ο διαχωρισμός στα δημόσια σχολεία κηρύχτηκε αντισυνταγματικός αν και
σε ορισμένες περιοχές του νότου δεν έπαψε να υπάρχει. Ουσιαστικά οι νόμοι Jim Crow έπαψαν συνταγματικά να υφίσταντο με
την ψήφιση του νόμου περί πολιτικών δικαιωμάτων του 1964 και με το νόμο περί
δικαιωμάτων ψήφου του 1965.
Κοινωνία
σαθρών προτύπων
Οι πρόγονοι των μαύρων της Αμερικής
προϋπήρχαν ήδη 400 χρόνια από την ψήφιση των νόμων αυτών, που κανονικά έπρεπε
να θεωρούνται δεδομένοι. Ωστόσο γεννημένοι μέσα στη δουλεία και την καταπίεση των
λευκών δεν είχαν τα μέσα και τις δυνάμεις να αποκτήσουν το αναμφισβήτητο. Την
ισότητα δηλαδή μέσα στη χώρα που ανατράφηκαν. Και με μια πιο οξεία ματιά, η
δουλεία στις ΗΠΑ καταργήθηκε μόνη της, όταν οι μηχανές εμφανίστηκαν και
αντικατέστησαν τα ανθρώπινα χέρια. Όμως και μετά από αυτό ο φόβος και η
τρομοκρατία των λευκών δεν άφησε τους Αφροαμερικανούς να ενταχθούν ως ισότιμα
μέλη.
Γενιές Αμερικανών ανατράφηκαν με
απεχθή πρότυπα του μαύρου κακού και του καλού λευκού που πάντα ο μαύρος
ευθύνεται για όλα. Του αιμοσταγή Ινδιάνου και του ήρωα John Wayne που φέρνει τη δικαιοσύνη. Το βομβαρδισμό
διαφημιστικών εικόνων με την ήσυχη και υπάκουη σύζυγο που υποτάσσεται στις κελεύσεις
του συζύγου της. Βαθιά ριζωμένα συντηρητικά, ρατσιστικά, σεξιστικά πρότυπα σε
μια κοινωνία βιομηχανικά, οικονομικά και στρατιωτικά ραγδαία αναπτυσσόμενη που όμως
εξέπεμπαν και έτρεφαν του πολίτες της από την παιδική ηλικία, δημιουργώντας και
εξελίσσοντας την σκέψη τους προς αυτές τις εικόνες, θεωρώντας σαν φυσικές.
Αν και όλα ήταν εναντίον μιας πιο
εντατικοποιημένης αντίδρασης, τότε τις δεκαετίες του 1950 και του 1960,
φωτισμένοι άνθρωποι βρέθηκαν και αφύπνισαν το φιλελεύθερο ένστικτο του κόσμου,
όχι για μια κοσμογονική επανάσταση, αλλά για να διεκδικήσουν το αυτονόητο. Οι
αγώνες τους είχαν κοινό σκοπό, αλλά έγιναν με διαφορετικά μέσα. Όπως αυτός του Martin Luther King που με σύνθημά του τον ειρηνικό
αγώνα και τη μη βία κατάφερε να ταρακουνήσει τα συντηρητικά θεμέλια, να
διεκδικήσει και να πετύχει με μια φράση του: “Έχω ένα όνειρο”.
O James Baldwin
Λιγότερο γνωστός στον πολιτικό και
κοινωνικό ακτιβισμό, αλλά εξίσου σημαντικός υπήρξε και ο James Baldwin (1924-1987). Το μέσο που
χρησιμοποίησε για την κατάκτηση και την ένταξη των Αφροαμερικανών στην κοινωνία
των ΗΠΑ ήταν κυρίως η πνευματικότητά του μέσα από βιβλία, ομιλίες, δοκίμια,
μυθιστορήματα και θεατρικά κείμενα.
Μεγάλωσε στο Harlmem και έμαθε από μικρός τη σκληρότητα λόγω
της διαφοράς στο χρώμα του δέρματός του. Ο πρώτος αποκλεισμός που βίωσε ήταν από
την εκπαίδευση. Δε μπορούσε να φοιτήσει μαζί με λευκούς μαθητές και αργότερα
είπε με έναν τόνο πικρίας και μια δόση σκωπτικής διάθεσης: “Ήξερα ότι ήμουν
μαύρος, αλλά ήξερα ότι ήμουν και έξυπνος. Δε γνώριζα όμως πως θα χρησιμοποιήσω
το μυαλό μου ή αν τελικά θα μπορούσα να το χρησιμοποιήσω. Αλλά κατάλαβα πως
αυτό ήταν το μοναδικό που έπρεπε να χρησιμοποιήσω”.
Η
θρησκεία ως παρηγοριά
Ο βιολογικός του πατέρας του πέθανε
από χρήση ναρκωτικών –μια άλλη βαθιά τομή στην αλήθεια των σκληρών δρόμων των
μαύρων, που συντελείται από τον αποκλεισμό τους- και η μητέρα του παντρεύτηκε
έναν ιερέα της εκκλησίας των βαπτιστών. Ο Baldwin απέρριψε την ιδέα του πατριού του να
γίνει κι αυτός ιερέας και τον κατηγόρησε πως η διακονία του ήταν υποκριτική και
ρατσιστική. Στα δεκατέσσερα έφυγε από το σπίτι του –και λόγω της βίαιης
συμπεριφοράς του πατριού του- και βρήκε παρηγοριά μέσω των συναντήσεων μιας
πεντηκοστιανής εκκλησίας. Αν και αναδείχθηκε γρήγορα μέσα στο ποίμνιο της εκκλησίας
λόγω της ευγλωττίας του και μάλιστα κατάφερε να προσελκύσει περισσότερους
πιστούς απ’ ότι ο πατριός του όλα τα χρόνια ως ιερέας, στα δεκαεφτά του εγκατέλειψε
κάθε επαφή με τη θρησκεία.
Eξήρε σε κάποιες περιπτώσεις το
Χριστιανισμό πως ενέπνευσε μερικούς μαύρους να αψηφήσουν το φόβο, κατά βάση όμως
θεωρούσε πως ο Χριστιανισμός ενίσχυσε το σύστημα της δουλείας, καθώς με το
κήρυγμά του ανακούφιζε μεν τον πόνο της καταπίεσης,
αλλά υποσχόταν τη λύτρωση στη μετά θάνατον ζωή, χωρίς να δίνει λύση στο
πραγματικό πρόβλημα. “Εάν η έννοια του Θεού έχει οποιαδήποτε χρήση είναι να μας
κάνει μεγαλύτερους, πιο ελεύθερους, να αγαπάμε πιο πολύ. Αν ο Θεός δε μπορεί να
μας τα προσφέρει αυτά είναι καιρός να τον ξεφορτωθούμε”, είχε γράψει.
Ο
λογοτέχνης Baldwin
Ήταν μια βραδιά σ’ ένα εστιατόριο στο
New Jersey, όταν μια σερβιτόρα αρνήθηκε να του
σερβίρει, επειδή δεν κάθισε στις θέσεις που προορίζονταν για τους μαύρους.
Εκείνος αρχικά πέταξε ένα ποτήρι νερό και έσπασε έναν καθρέφτη. Απογοητευμένος
και σίγουρος καθώς ήταν πως δε θα γίνει δεκτός στα πνευματικά δρώμενα της χώρας,
λόγω του χρώματος και της ομοφυλοφιλίας του εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Εκεί
συμμετείχε σε ομάδες της ριζοσπαστικής αριστεράς και σύντομα, δημοσιεύοντας
λογοτεχνικά του κείμενα έγινε γνωστός. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του θα το
περάσει στη Γαλλία με κάποια μικρά διαλείμματα που βρέθηκε κυρίως στην Ελβετία.
Μέχρι το 1968 είχε εκδώσει τέσσερα
βιβλία που κυρίως έθιγαν τα προβλήματα των μαύρων και των ομοφυλόφιλων σε μια
πιο υπαρξιακή βάση. Στις ΗΠΑ υπήρξαν σφοδρές αντιδράσεις, καθώς θεωρήθηκε ότι
προβάλλει την ομοφυλοφιλία.
Αλλά και τα δοκίμιά του προκάλεσαν, όχι
μόνο τους λευκούς, αλλά κυρίως τους μαύρους εθνικιστές, που προέβαλαν τη βία ή
την αντιβία στη βία των κατασταλτικών δυνάμεων ως το μόνο ορθό μέσο για την
επίτευξη των στόχων τους. Τον κατηγόρησαν σα συνδιαλλακτικό και αμφισβήτησαν αν
το μήνυμά του για κατανόηση των προβλημάτων των Αφροαμερικανών από τους λευκούς,
αρκούσε για να αλλάξει το φυλετικό διαχωρισμό στις ΗΠΑ.
Ωστόσο η προσέγγιση αυτή ήταν πολύ
ρηχή στο δοκίμιο του με τίτλο: Down
at the Cross. Αυτό το δοκίμιο, όπως και όλα όσα
έγραψε, εξέφραζαν την οργή και την απογοήτευση που ένιωθαν οι μαύροι Αμερικανοί
στην πραγματική, καθημερινή τους ζωή με σαφήνεια και πραγματικό ρεαλιστικό
τρόπο.
Πολιτικός
και κοινωνικός ακτιβισμός
Ο Baltwin επισκεπτόταν πολύ συχνά τις ΗΠΑ και
γρήγορα βρέθηκε κάτω από την παρακολούθηση των αρχών. Οι ομιλίες του σε
πανεπιστήμια και ανοιχτούς χώρους για τα δικαιώματα των μαύρων ξεκίνησαν με
αφορμή την ιστορία της νεαρής μαύρης μαθήτριας Dorothy Counts-Scoggin, που παρά τις απειλές, τη λεκτική
και σωματική βία που δέχτηκε η ίδια και η οικογένειά της, έγινε δεκτή το 1957
στο γυμνάσιο Harry
Harding
στη Βόρεια Καρολίνα. Εκ
τότε πραγματοποίησε πλήθος ομιλιών, κυρίως στις νότιες πολιτείες και
χαρακτηριστικό είναι πως η πλειοψηφία όσων τον παρακολουθούσαν ήταν λευκοί, που
ενδιαφέρονταν πραγματικά να κατανοήσουν τα προβλήματα των μαύρων συμπολιτών τους.
Το 1963 εξερράγη μια βόμβα σε
εκκλησία μαύρων στο Μπέρμινχαμ της Αλαμπάμα. Ο Baltwin εξέδωσε κάλεσμα για μια εθνική
εκστρατεία πολιτικής ανυπακοής ως απάντηση στην κρίση τρομοκρατίας που βίωναν.
Έπειτα κατήγγειλε, σε μία από τις πάρα πολλές εμφανίσεις του στην τηλεόραση και
στις εφημερίδες, τη βία ένοπλων βουλευτών, στρατιωτικών και αστυνομικών προς άοπλους
μαύρους στη Σέλμα της Αλαμπάμα και εγκάλεσε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, επειδή
δε βοήθησε αθώους πολίτες της σε μια βίαιη για αυτούς κατάσταση. Αργότερα,
έκανε μια πορεία μαζί με άλλους Αφροαμερικανούς πολίτες από τη Σέλμα μέχρι το
Μοντγκόμερι (πρωτεύουσα της Αλαμπάμα) υπό την προστασία των ομοσπονδιακών
αρχών.
Συνεχίζεται
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου